ΞΥΝΙΑΔΑ

Στην οροσειρά της Όθρης  τριάντα χιλιόμετρα από τη Λαμία και έντεκα από το Δομοκό βρίσκεται η γραφική Τοπική Κοινότητα της Ξυνιάδας του πρώην Δήμου Ξυνιάδος, η οποία με την εφαρμογή του Ν.3852/2010 (Νέα αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Πρόγραμμα Καλλικράτης), αποτελεί Τοπική Κοινότητα του Δήμου Δομοκού..

Το χωριό αναφέρεται στην πρόθεση της Μονής της Ρεντίνας ως «Ταουκλί», στα φύλλα 22α και 22β με τους οικισμούς Μηλιά, Κρούμας, Λήφακας και Τερβένι. Στα φύλλα 23α και 24α , υπάρχουν γραφές μεταγενέστερες της πρώτης. Η αναφορά λοιπόν αυτή σημαίνει ότι ο οικισμός υπήρχε πολύ πριν το 1640! Στην περιήγηση του Αργύρη Φιλιππίδη από τις Μηλιές του Πηλίου το έτος 1805 βρίσκουμε μεταξύ άλλων: «Αριστερά της λίμνης είναι το Νταουκλί. Έχει ως πενήντα σπίτια χριστιανών. Υπόκειται και αυτό υπό τον Θαυμακού και εις τα Φάρσαλα. Ζούν οι εγκάτοικοι με τήν γεωργικήν και αλιευτικήν, επειδή είναι πλησίον τής λίμνης. Είναι άνθρωποι, πού βλέπουν τήν δουλίαν τους (= εργασία) μέ προθυμίαν…».

 Ο Νικόλαος Ι. Μάγνης, από το Βόλο καταγώμενος, αναφέρει στην περιήγησή του κατά  το έτος 1848: «…Εις την περιοχήν ταύτην ( σημ. των Φαρσάλων) είναι και η λίμνη η λεγομένη Δαουκλή, η πάλαι Ξυνιάς. Εντός της λίμνης ταύτης υπάρχει μικρά νήσος, επί της οποίας κατέφυγον οι κάτοικοι του χωρίου Δαουκλή εις τον καιρόν της επαναστάσεως του 1821 έτους και διέμενον αυτού μέχρι του 1838, κτίσαντες μικράς οικίας, αποφεύγοντες τας καταπιέσεις και κακώσεις των τουρκικών στρατευμάτων, και τας διαρπαγάς των ληστών μετέπειτα. Έχοντες τας οικογενείας των επι της νήσου εξήρχοντο επί μονοξύλων την ημέραν, ότε δεν υπόπτευον κίνδυνον τινα και εγεώργουν τους αγρούς των.

Η λέξις Δαουκλή ή Ταουκλή είναι Τουρκική και σημαίνει κατά γράμμα μεταφραζομένη ΟΡΝΙΘΩΔΗΣ δηλ. η λίμνη, ήτις τρέφει ή παράγει Όρνιθας, διότι  τη εκ των καλαμών ύλη τρέφονται πλήθος ορνέων, άπερ οι εγχώριοι εκ του μελανού χρώματος καλούσι μαυρόκοττας, τας οποίας οι κάτοικοι τρώγουσι, δεν έχουν όμως γλυκείαν γεύσιν. Προς την ανατολικήν πλευράν της λίμνης είναι τα ερείπια της πάλαι Ξυνίας, και επί των ερειπίων αυτής είναι κτισμένον το χωρίον Δαουκλή. Η γη είναι σχεδόν όλη ευφορωτάτη εις παντός είδους τα γεννήματα, εις όσπρια εξαίρετα, μάλιστα ερεβίνθια, από τα οποία ψήνουσιν οι εγχώριοι τρωγάλια (στραγάλια) και τα μεταφέρουσιν προς πώλησιν εις όλην την Θεσσαλίαν. Τρέφει ο τόπος ζώα πολλά και διάφορα, οίον ποίμνια, αιπόλια, βόας, ίππους, ημιόνους  και όνους, εκ των οποίων γίνεται εμπόριον σημαντικότατον πάντοτε μεν, μάλιστα δε εις κατά τον Αύγουστον συναγομένην εν Φερσάλοις εμπορικήν Πανήγυριν, εκτός της κατά τρίτην ημέραν της εβδομάδος συναγωμένης εμπορικής πανηγύρεως».(«ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ Ή ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ της Θεσσαλίας και της Θετταλικής Μαγνησίας» υπό Νικολάου Ι. Μάγνητος, «τυπ. της Λακωνίας» Αθήναις, έτος 1860).

 Σε μια γλαφυρότατη περιγραφή ο αφηγητής και διδακτικός λογοτέχνης Σερ. Τσιτσάς μας  γυρίζει χρόνια πίσω: «Το σημερινό χωριό Ξυνιάδα, γράφει, τα καλοκαίρια συγκεντρώνει πελαργούς, που αποτελούν τη γραφικότατη νότα των χωριών αυτών, που γειτνιάζουν με το Θεσσαλικό κάμπο. Στέκουν ακίνητοι στις στέγες και τους μιναρέδες των καπνοδόχων, σαν τους ιερωμένους του Ισλάμ, που προσεύχονται στον Αλλάχ. Οι πελαργοί προσέφεραν πανάρχαιες υπηρεσίες στον αγροτικό κάμπο του Δομοκού και της Θεσσαλίας. Κάποτε όπως διηγείται ο Αριστοτέλης, η Θεσσαλία γέμισε φίδια και ο κόσμος σκεπτόταν να εκπατριστεί. Επάνω στην κρίσιμη εκείνη ώρα, ήρθαν μεγάλα σμήνη πελαργών και ξεκαθάρισαν τον τόπο από τα επικίνδυνα φίδια. Οι Θεσσαλοί σε ένδειξη ευγνωμοσύνης ψήφισαν ειδικό νόμο που απειλούσε με την ποινή του θανάτου εκείνον που θα σκότωνε πελαργό (…έχοντος τοις αυτοίς γίγνεσθαι οίσπαρ και ο ανδροφόνος)…».

Σε μέσο υψόμετρο 491 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας έχει σήμερα περίπου 350 μονίμους κατοίκους και έκταση της Διοικητικής περιφερείας του 20.973 στρέμματα καλλιεργήσιμης αλλά και δασώδους έκτασης. Ανήκει πλέον διοικητικά,  ως Τοπική Κοινότητα στο Δήμο Δομοκού και είναι από τα μεγαλύτερα σε έκταση και πληθυσμό. Οφείλει το σημερινό της όνομα στην αρχαία πόλη Ξυνία ή Ξυνιαί ή Ξυνιάδαι αλλά και στην ομώνυμη λίμνη στις ανατολικές όχθες της οποίας και στην τοποθεσία «Παλαιοχώρι», πρωτοχτίστηκε. Μεταφέρθηκε αργότερα στη σημερινή της θέση και πιθανότατα το 1777 και για άγνωστο μέχρι σήμερα λόγο. Είναι πιθανό οι πρώτοι κάτοικοι της να είναι απόγονοι των Ξυνιαίων που επέζησαν από την επιδρομή των Αιτωλών και την καταστροφή της πόλης τους στο νησί κατά το έτος 193 π.Χ.

Η προηγούμενη ονομασία της ως Νταουκλί ή Ταουκλί είναι Τουρκική και σημαίνει «ορνιθώδεις» προφανώς  από τις πολλές νερόκοτες που διαβιούσαν στα νερά της Ξυνιάδας λίμνης.  Στα χρόνια της Επανάστασης του 1821 και ως το 1838 οι κάτοικοι του χωριού έζησαν πάνω στη νησίδα «Αραπονήσι» βγαίνοντας μόνο οι άντρες και την ημέρα για τις γεωργικές τους εργασίες και το βράδυ επέστρεφαν στο Νησί υπό τον φόβο των Τούρκων που τους καταπίεζαν. Κοντά στην Ξυνιάδα (τότε Νταουκλί) στα τέλη του 1832 σφαγιάστηκαν 300 κλεφταρματωλοί αγωνιστές από τους Τούρκους που τους παγίδευσαν (βλέπε σχετική σελίδα). Στην Ξυνιάδα είχε την έδρα και την κατοικία του ο ιδιοκτήτης του Τσιφλικιού της περιοχής Γεώργιος Πλατανίωτης. Στην κατοικία του Πλατανιώτη στην Ξυνιάδα φιλοξενήθηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος ο οποίος επισκέφθηκε την περιοχή θέλοντας να ενημερώσει ο ίδιος για την επικείμενη απαλλωτρίωση του κτήματος «Νταουκλή» μιας και ο Πλατανιώτης  ήταν παλιός βουλευτής. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επισκεύθηκε στη συνέχεια το Δομοκό με άμαξα του Πλατανιώτη που έσερναν τέσσερα τεράστια ρώσικα άλογα, κατέβηκε στο σημερινό «Κοτρώνι» και στη συνέχεια αφού περπάτησε πεζός ως την πλατεία φιλοξενήθηκε από τον Δήμαρχο και τελικά αναχώρησε για την Αθήνα.

Από το 1883 έως το 1912 η Ξυνιάδα, ως Δαουκλή, ανήκε στη διοικητική περιφέρεια του τότε Δήμου Ξυνιάδος με έδρα την Ομβριακή. Το 1912 ως κοινότητα «Δαουκλή» αποτελέσθηκε από τους οικισμούς Δαουκλί, Αλχανί Άνω, Αλχανί Κάτω, Δραχμάναγα, Δερβένι, Κορομηλία, Άγιος Γεώργιος και Ζαπάντι. Μετονομάστηκε  ως κοινότητα και συνοικισμός Ξυνίας (ΑΥΕ 11640 της 24-2-1916, ΦΕΚ 21/Β της 3-3-1916). Από τους παραπάνω οικισμούς άλλοι όπως το Ζαπάντι, διαλύθηκαν ή καταργήθηκαν και άλλοι, όπως ο Άγιος Γεώργιος, αποτέλεσαν ξεχωριστές κοινότητες από το 1929. Κατά την Ιταλογερμανική κατοχή, στις 27-4-1943 το χωριό κάηκε από τους Ιταλούς ολοσχερώς καθώς  από τα 140 σπίτια του χωριού  καταστράφηκαν ολοσχερώς τα 135 και μερικώς ένα.

Στη Ξυνιάδα λειτουργούσε Δημοτικό σχολείο από το 1870 έως και το 2009, ενώ από το 1977 έως και το 2003 λειτουργούσε και Γυμνάσιο. Στο χωριό βρίσκονται δύο σημαντικότατες Εκκλησίες η μία «της Κοιμήσεως της Θεοτόκου» που είναι και η εκκλησία της ενορίας και εορτάζει την 3η Μαΐου (Αγίας Μαύρας) και κτίστηκε περί τα τέλη του 17ου αι (πιθ. 1777). Στις σπανιότατες αγιογραφίες της, από την εποχή της κτίσης του Ναού, απεικονίζονται οι αρχαίοι σοφοί της Ελλάδας (Σόλων κλπ) ως Άγιοι της  Ορθοδόξου Εκκλησίας μας! Με το Ναό αυτό έχω και ο ίδιος οικογενειακούς δεσμούς καθώς όπως αναφέρει και ο Δάσκαλος Ζαχαρίας Πράπας στο αξιολογότατο βιβλίο του με τίτλο «ΞΥΝΙΑΔΑ Δομοκού Φθιώτιδας, ΔΑΟΥΚΛΙ», στη σελίδα 18, ιερούργησαν στον Ιερό Ναό και οι Ιερείς «Παπανικόλας και Παπακαρέλης από Λιανοκλάδι».Πρόκειται για τον αείμνηστο  παππού μου Ιερέα Δημήτριο Καρέλη (1887-1964) και  τον πεθερό του και προπάππο μου, επίσης Ιερέα, Νικόλαο Σταγιάννη (+1932) από την Τραπεζούντα του Πόντου, που λειτούργησαν στην ενορία της Αγίας Μαύρας κατά μεγάλα διαστήματα όταν δεν υπήρχε μόνιμος Ιερέας σ’ αυτή.   

Ο άλλος μεγάλος Ναός είναι στο Μοναστήρι «της Παναγίας της Ελαιούσας» όπου βρίσκεται η ομώνυμη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Ελαιούσας η οποία βρέθηκε στις 21 Ιουνίου του 1962, με θαυμαστό και θαυματουργό τρόπο, σε ανασκαφή, κατά την υπόδειξη του οκταετούς παιδιού τότε και σημερινού Ηγουμένου της Μονής Αρχιμανδρίτη Αθανασίου Σύρου. Με το με αριθμό 333/1981 π.δ. (ΦΕΚ 94/Α΄της 13-4-1981) συστάθηκε «Ιερά Ανδρώα Κοινοβιακή Μονή υπό την ενθουνυμίαν Ιερά Μονή Παναγίας Ελεούσης-Φανερωμένης Ξυνιάδος» με ηγούμενο τον Ιερομόναχον (σήμερα Αρχιμανδρίτη) Αθανάσιο Σύρο. Η εικόνα της Παναγίας της Βρεφοκρατούσας, εποχής των εικονομαχιών κατά τους ειδικούς (8ος μ.Χ. αι.), φέρει την επιγραφή «ΜΗΤΗΡ ΘΕΟΥ ΕΛΕΟΥΣΑ». Πανηγυρίζει δύο φορές το χρόνο στις 21 Ιουνίου και το Δεκαπενταύγουστο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Το χωριό πανηγυρίζει στις 3 Μαΐου της Αγίας Μαύρας, αλλά πλέον εδώ και πολλά χρόνια το Δεκαπενταύγουστο γίνονται σημαντικότατες πολιτιστικές εκδηλώσεις με την ευκαιρία της εορτής της «Κοιμήσεως της Θεοτόκου» και της κοσμοσυρροής που την ακολουθεί.

 Δημήτρης Β. Καρέλης (Από το υπό έκδοση βιβλίο του για την περιοχή Δομοκού) 

Comments are closed.

Close Search Window